Υγεία
Καρδιαγγειακά νοσήματα: προς μία πιο υγιή Κοινωνία
Γράφει ο Αθανάσιος Γ. Πιπιλής, Καρδιολόγος, Διευθυντής Α’ Καρδιολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ.
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι ίσως η μεγαλύτερη αιτία για την απώλεια ζωών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Κι όμως, έρευνες έχουν δείξει ότι με μικρές αλλαγές στον τρόπο ζωής μας, ο κίνδυνος μπορεί να μειωθεί σημαντικά.
Ποιες είναι αυτές, όμως, και τι μας προσφέρουν συνολικά;
Τα μη μεταδιδόμενα νοσήματα ευθύνονται για την πλειονότητα των θανάτων σχεδόν σε όλες τις χώρες του πλανήτη (με εξαίρεση τις χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής). Παγκοσμίως, λοιπόν, οι τέσσερις κύριες αιτίες θανάτου είναι τα καρδιακά και τα εγκεφαλικά επεισόδια, ο καρκίνος (στις διάφορες μορφές του), τα χρόνια πνευμονικά νοσήματα και ο σακχαρώδης διαβήτης. Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε μια πολιτική διακήρυξη τον Σεπτέμβριο του 2011 ώστε τα κράτη-μέλη να αναλάβουν δράση για την πρόληψη και θεραπεία των νοσημάτων αυτών. Το πρόγραμμα ονομάστηκε 25?25 διότι ο στόχος που τέθηκε ήταν να μειωθεί η πρώιμη θνητότητα από τα εν λόγω νοσήματα κατά 25% σε σχέση με το σημερινό επίπεδο μέχρι το έτος 2025.
Γενικά, υπάρχουν δύο προσεγγίσεις στο πρόβλημα της πρόληψης μιας νόσου. Αν πάρουμε το παράδειγμα της καρδιαγγειακής νόσου, η συνηθισμένη στρατηγική είναι να εντοπίσει κανείς τα άτομα που χαρακτηρίζονται «υψηλού κινδύνου» και που κινδυνεύουν στο μέλλον να παρουσιάσουν ένα καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Πρόκειται για τα άτομα που έχουν παράγοντες κινδύνου όπως υψηλή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, διαβήτη ή καπνίζουν. Στα άτομα αυτά, αφού δοκιμάσουμε αρχικά αλλαγές στις συνήθειές τους, θα τους χορηγήσουμε τελικά φάρμακα για την πίεση ή τη χοληστερίνη, προσδοκώντας να μειώσουμε τη μελλοντική πιθανότητα να νοσήσουν.
Η εναλλακτική στρατηγική
Όμως, μια δεύτερη στρατηγική ίσως προσφέρει μεγαλύτερη προστασία από την πρώτη σε επίπεδο κοινωνίας. Είναι η στρατηγική πρόληψης σε επίπεδο γενικού πληθυσμού, η οποία βασίζεται σε μείωση των επιπέδων των διαφόρων παραγόντων κινδύνου σε ολόκληρο τον πληθυσμό μέσω ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής (σχετικά με το κάπνισμα, τη διατροφή, την άσκηση), χωρίς να απαιτείται ιατρική εξέταση των ατόμων, χωρίς εργαστηριακές μετρήσεις και, φυσικά, χωρίς χορήγηση φαρμάκων.
Ευνοϊκές μεταβολές του τρόπου ζωής μπορούν να πραγματοποιηθούν με εκστρατείες ενημέρωσης και με νομοθετικές ρυθμίσεις ώστε, για παράδειγμα, να αποθαρρύνεται το κάπνισμα, να είναι περισσότερο διαθέσιμα τα τρόφιμα με λιγότερο λίπος, να ενθαρρύνεται το περπάτημα αντί η μετακίνηση με αυτοκίνητο. Φαίνεται, μάλιστα, ότι η στρατηγική πρόληψης σε επίπεδο πληθυσμού δυνητικά μπορεί να αποδώσει περισσότερο από τη στρατηγική επικέντρωσης στα άτομα υψηλού κινδύνου που περιγράφηκε πιο πάνω. Αν όλος ο πληθυσμός μιας χώρας είχε ιδανικό σωματικό βάρος, θα καταγράφονταν 30% λιγότεροι θάνατοι από καρδιαγγειακά και 8% λιγότεροι θάνατοι από νεοπλασίες. Έχει, επίσης, υπολογιστεί ότι, αν η διαστολική («μικρή») πίεση ολόκληρου του πληθυσμού ήταν μόλις 2 χιλιοστά χαμηλότερη (δηλαδή, για παράδειγμα, αντί 82, 78 ή 90 να ήταν 80, 76 ή 88), κάτι που εύκολα γίνεται με καλύτερη διατροφή, λίγη άσκηση και μικρή απώλεια βάρους, θα μπορούσαν να προληφθούν σχεδόν όσα εγκεφαλικά επεισόδια προλαμβάνουμε σήμερα δίνοντας δαπανηρή φαρμακευτική αγωγή σε όλα τα υπερτασικά άτομα που έχουν «μικρή» πίεση πάνω από 95.
Οι 6 παρεμβάσεις
Με βάση τα δεδομένα αυτά της επιδημιολογίας και πολλών μελετών πρόληψης, για να επιτευχθεί ο στόχος του ΟΗΕ στο πρόγραμμα 25?25, συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθούν 6 παρεμβάσεις σε επίπεδο κοινωνίας που να σχετίζονται με τον τρόπο ζωής και να είναι αποτελεσματικές χωρίς να είναι ανέφικτες:
- 30% μείωση του καπνίσματος
- 10% μείωση στην κατανάλωση οινοπνεύματος
- 30% μείωση στην κατανάλωση αλατιού
- διατήρηση του ποσοστού παχύσαρκων και διαβητικών ατόμων (διότι η μείωση θεωρήθηκε μη εφικτός στόχος)
- μείωση των υπερτασικών ατόμων κατά 25%
- μείωση της καθιστικής ζωής κατά 10% μέσω καθημερινής άσκησης.
Η επιλογή αυτών των 6 παρεμβάσεων πρόληψης σε επίπεδο πληθυσμού βασίζεται σε ισχυρά δεδομένα που τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητά τους. Χώρες που κατάφεραν να μειώσουν το ποσοστό των καπνιστών σημείωσαν μείωση στην καρδιαγγειακή θνητότητα και μάλιστα κατέγραψαν λιγότερα εμφράγματα πολύ σύντομα μετά την επιβολή της απαγόρευσης του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους.
Η μείωση της υπερβολικής χρήσης αλκοόλ αναμένεται να μειώσει κυρίως θανάτους από ορισμένα είδη καρκίνου, ενώ ο περιορισμός της ημερήσιας κατανάλωσης αλατιού σε ποσό κάτω από 2 γρ. (σήμερα παγκοσμίως το 90% του πληθυσμού καταναλώνει ποσότητες πάνω από 3 γρ./ημέρα) θα επέφερε μείωση κατά 10% των καρδιαγγειακών επεισοδίων. Αντίστοιχη προστασία προσφέρει και μια ήπια καθημερινή φυσική δραστηριότητα, όπως το απλό περπάτημα για 20 μόλις λεπτά την ημέρα.
Στην Ελλάδα, τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη σημασία. Είμαστε μια κοινωνία που επιμένει πεισματικά στο κάπνισμα στα εστιατόρια, μια κοινωνία που έχει εδώ και δεκαετίες αρνηθεί την παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή και που δυστυχώς παραμένει στην κορυφή της Ευρώπης όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία. Στο χέρι μας είναι να αλλάξουμε συνήθειες και να επωφεληθούμε.
*Άρθρο του Αθανάσιου Γ. Πιπιλή, Καρδιολόγου, Διευθυντή Α’ Καρδιολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ.
Ακολουθήστε το antenna.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις!