Γενικά
Ο «βαρόνος» της Φιλοθέης και οι άγνωστες πτυχές της ιστορίας του
Ο Μάκης Γιαννουσάκης βρίσκεται στα χέρια των αρχών για τη μεγαλύτερη υπόθεση εμπορίας ναρκωτικών που έχει σημειωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κουβάρι της ιστορίας του ξεκινάει από πολύ νωρίτερα…
Ο εγκέφαλος της σπείρας που μετέφερε στην Ελλάδα την μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών ξεκίνησε από ιδιοκτήτης γνωστής αλυσίδας ζαχαροπλαστείων και μπαρ στο Κεφαλάρι, για να βρεθεί σε μαρίνα στο Ντουμπάι και από εκεί στη βίλα της Φιλοθέης με το φορτίο 30 τόνων ηρωίνης. Ρόλο κλειδί στην υπόθεση έπαιξαν ο Αλβανός, που παραδόθηκε στις Αρχές και ο Τούρκος που βρίσκεται στα χέρια τους. Η εφημερίδα Πρώτο Θέμα ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας της οικογένειας των βαρόνων.
«Όταν στη ζωή σου οδηγείς με 300, κάποια στιγμή είναι βέβαιο ότι θα βρεις τοίχο. Αλίμονο σ’ αυτούς που είναι μαζί σου», σχολιάζει σε status της σελίδας του στο Facebook ένα από τα πρόσωπα που έζησαν από πολύ κοντά την έντονη και πολυτάραχη ζωή του Μάκη Γιαννουσάκη. Του επιχειρηματία με τα καφέ στο Κεφαλάρι που έφτασε ως τη μαρίνα του Ντουμπάι και από εκεί στη βίλα της Φιλοθέης με το φορτίο του ενός τόνου ηρωίνης αξίας 30 εκατ. ευρώ. Ενα δρομολόγιο με άγνωστες λεπτομέρειες, πληροφορίες και ντοκουμέντα του άλλοτε άρχοντα της νύχτας, που ξεκίνησε εκρηκτικά ένα ριψοκίνδυνο ράλι με κάθε είδους μπίζνες, μέχρι την απότομη σύγκρουσή του με την αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών (DEA) και τις παράπλευρες απώλειες που προκάλεσε.
Σεπτέμβριος του 1999
Ένας νεαρός, γύρω στα 25, με στυλιζαρισμένη κόμμωση και μερικά παραπανίσια κιλά, ετοιμάζεται για το πρώτο επιχειρηματικό βήμα. Είναι ο γιος του Μιχάλη Γιαννουσάκη, ιδιοκτήτη εταιρείας διακίνησης πετρελαίου και ταυτόχρονα αφεντικού του διαχρονικού «Mike’s Irish Bar» στη διασταύρωση των οδών Σινώπης 6 και Εβρου στους Αμπελοκήπους, πίσω από τον Πύργο των Αθηνών.
Ο νεαρός Μάκης διαθέτει μια σχετική οικονομική άνεση, δεν έχει όμως το αναγκαίο και επαρκές κεφάλαιο που απαιτείται για να επιχειρήσει το δικό του μεγάλο άνοιγμα στον χώρο της εστίασης. Τότε ένα μεγαλοστέλεχος μεγάλης εταιρείας κέτερινγκ του προτείνει να συνεργαστούν. Του ζητά να σκεφτεί το ενδεχόμενο να ανοίξουν μαζί ένα κατάστημα της γνωστής αλυσίδας παγωτών Haagen-Dazs στο ανερχόμενο εκείνη την εποχή Κεφαλάρι.
Ο 25χρονος ενθουσιάζεται με την προοπτική να αποκτήσει μερίδιο σε ένα υποκατάστημα μιας παγκοσμίως γνωστής φίρμας. Από την άλλη, ξέρει πως δεν έχει όσα χρήματα χρειάζονται για να αποκτήσει τους δικούς του πόντους στην επιχείρηση.
Απευθύνεται, εξ ανάγκης, στον πλούσιο πεθερό του ζητώντας οικονομική ενίσχυση. Ο έμπορος διαμαντιών, Νίκος Σταματιάδης, ένας πανέξυπνος και δραστήριος επιχειρηματίας που έκανε μεγάλη περιουσία στην Αφρική, δεν του χαλάει χατίρι. Ας όψεται η μεγάλη αδυναμία που τρέφει για την κόρη του και σύζυγο του Μάκη Γιαννουσάκη, Τίνα Σταματιάδη.
Η βίλα των 2.000 τ.μ.
Ο Σταματιάδης, λένε όσοι τον γνώρισαν, ήταν πάντοτε ανοιχτοχέρης, ειδικά με τους δικούς του ανθρώπους. Στο πρόσωπο του γαμπρού του έβλεπε έναν ικανό, έξυπνο και φιλόδοξο άνδρα. Με λίγα λόγια, πίστευε σ’ αυτόν και τις ικανότητές του. Και από λεφτά, ο ίδιος «το φύσαγε». Πέρα από ιδιοκτήτης πάμπολλων ακινήτων, ήταν γνωστός σε συγκεκριμένους κύκλους για τα μεγάλα στοιχήματα που έπαιζε σε παρτίδες τάβλι με άλλους πάμπλουτους συμπαίκτες, αλλά και για την άμεση καταβολή των υπέρογκων ποσών, επειδή συνήθως έχανε. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα από το Καμερούν και εγκαταστάθηκε αρχικά με ενοίκιο στη Φιλοθέη, οι επίσης εύποροι περίοικοι είχαν εντυπωσιαστεί με την οικονομική άνεση ενός ανθρώπου στου οποίου το ισόγειο του τρίπατου σπιτιού διέμεναν καμιά δεκαριά μαύροι υπηρέτες. Προφανώς τους είχε φέρει μαζί του από την Αφρική.
Στο πρώτο σπίτι, πάντως, της οδού Κεχαγιά ο επιχειρηματίας δεν έμεινε για καιρό αφού έβαλε μπρος την κατασκευή ιδιόκτητης βίλας σε προνομιακό διπλό οικόπεδο στην οδό Αθανασίου Διάκου 9-11, εντυπωσιάζοντας πάλι τους εφοπλιστές, επιχειρηματίες και βιομηχάνους γείτονές του με το μεγαθήριο που ανέγειρε. Μια έπαυλη 2.000 τ.μ., τη μεγαλύτερη στην κομψή αυτή γειτονιά, με μεγάλη εξωτερική πισίνα και επτά τουλάχιστον αποθήκες. Στους πάνω ορόφους, ωστόσο, οι τοίχοι της βίλας ήταν διακοσμημένοι με βαλσαμωμένα κουφάρια άγριων ζώων τα οποία είχε σκοτώσει κατά καιρούς ο επιχειρηματίας στις σαβάνες της Αφρικής, από την ενασχόλησή του με το αγαπημένο του χόμπι: το σαφάρι.
Σε αυτή τη βίλα φιλοξενείται το ζευγάρι της κόρης του Τίνας και του γαμπρού του Μάκη στα πρώτα χρόνια του γάμου τους. Οι δυο τους γνωρίζονται από την εποχή που πήγαιναν μαζί σχολείο, παντρεύονται το 1993 και κάνουν δύο παιδιά, τον Νίκο και τον Μιχάλη. Η Τίνα Σταματιάδη είναι μια όμορφη, κοινωνική και ιδιαίτερα ευχάριστη στην παρέα γυναίκα, που τρέφει μεγάλη αδυναμία στον πατέρα της, εμπιστεύεται τυφλά τον σύζυγό της και λατρεύει τους δύο γιους της.
Με την οικονομική αρωγή του πεθερού του ο Μάκης Γιαννουσάκης, μόλις στα 25 του χρόνια, βρίσκεται με το 50% μιας πολλά υποσχόμενης και σύντομα κερδοφόρας επιχείρησης, που στήνεται πάνω στο ένα από τα δύο «μπράτσα» του πολυτελούς ξενοδοχείου «Theoxenia Palace» στο Κεφαλάρι. Η γρήγορη επιτυχία του πρώτου εγχειρήματος του ανοίγει την όρεξη και έτσι η δημιουργία ενός δεύτερου καταστήματος της επωνυμίας Haagen-Dazs γίνεται γρήγορα πραγματικότητα. Το εγκαινιάζει στο Κολωνάκι, στον χώρο όπου μετέπειτα εγκαταστάθηκε το γνωστό καφέ-εστιατόριο «JK», ιδιοκτησίας του επιχειρηματία Γιάννη Κολοκυθά, ο οποίος κάποια στιγμή συνεταιρίστηκε με τον Μάκη Γιαννουσάκη αποκτώντας ποσοστό του μπαρ-εστιατορίου «Κλικ».
Έχοντας γλυκαθεί από την επιτυχία και το χρήμα, ο Γιαννουσάκης μπαίνει φουριόζος στις μπίζνες. Αν και το Haagen-Dazs στο Κολωνάκι δεν έχει την ανάλογη επιτυχία με αυτό του Κεφαλαρίου και μετά από περίπου έναν χρόνο λειτουργίας κλείνει εξαιτίας και του υψηλού ενοικίου -περίπου 4 εκατ. δρχ.-, ο ίδιος δείχνει αποφασισμένος να επεκταθεί. Σκέφτεται σοβαρά να εισέλθει και στον χώρο της νύχτας. Εκείνη την περίοδο ο ιδιοκτήτης του «Theoxenia» Σάκης Δανάλης, σε μια από τις συζητήσεις που είχε μαζί του, τον ενημερώνει ότι και το δεύτερο «μπράτσο» του ξενοδοχείου είναι ελεύθερο. Δεδομένης της αγαστής συνεργασίας που είχαν εκείνο τον καιρό, τον ρωτά αν σκέφτεται να το εκμεταλλευτεί. Η ιδέα που πέφτει στο τραπέζι αφορά το άνοιγμα ενός καφέ-μπαρ- εστιατορίου υψηλών προδιαγραφών με γκουρμέ κουζίνα, που θα εξυπηρετεί τόσο τους πελάτες του ξενοδοχείου όσο και αυτούς που αναζητούν ποιότητα στο φαγητό και στη διασκέδαση. Εν τω μεταξύ η γνωριμία του με τον πρώην εκδότη της lifestyle αυτοκρατορίας Άρη Τερζόπουλο αποδεικνύεται καταλυτική για το συγκεκριμένο εγχείρημα. Και συνέβη, όπως θα πει παρακάτω ο πρώην εκδότης, εντελώς τυχαία. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στο Haagen-Dazs επειδή ο εκδότης συνήθιζε να πίνει εκεί τον καφέ του, έναν εσπρέσο τον οποίο συνόδευε πάντα με μια Coca-Cola. Πάνω σε μια κουβέντα, στην οποία παρών ήταν και ο πεθερός του Μάκη Γιαννουσάκη, Νίκος Σταματιάδης, αμφότεροι αντιλαμβάνονται πως έχουν κοινό όραμα: τη δημιουργία ενός μαγαζιού υψηλής αισθητικής που θα λειτουργεί από νωρίς το πρωί σερβίροντας καφέ και πρωινά εδέσματα, το μεσημέρι θα μετατρέπεται σε ιδανικό πόστο για επαγγελματικά γεύματα, ενώ το βράδυ, με τον κατάλληλο φωτισμό, θα μεταμορφώνεται σε ένα ατμοσφαιρικό μπαρ-εστιατόριο που δεν θα έχει σε τίποτα να ζηλέψει αυτά της Νέας Υόρκης.
Ο Γιαννουσάκης εξηγεί αναλυτικά στον Τερζόπουλο τα σχέδιά του και ο εκδότης, που πάντα ήθελε να ασχοληθεί με τον τομέα της εστίασης και να δημιουργήσει ένα μπαρ-εστιατόριο που θα φέρει τη δική του υπογραφή, προτείνει: «Να το ονομάσουμε “Κλικ”, όπως και το περιοδικό». Η ιδέα του Τερζόπουλου να ταυτιστεί το μαγαζί με το πλέον επιτυχημένο lifestyle περιοδικό των 90ς, αλλά και την ομώνυμη ραδιοφωνική συχνότητα, μοιάζει ελκυστική. Είναι οι εποχές που το χρήμα ρέει άφθονο στην αγορά και οι τάσεις στη διασκέδαση εκσυγχρονίζονται. Οι δυο τους συνεταιρίζονται και το «Κλικ» ανοίγει τις πόρτες του τον Σεπτέμβριο του 2000. Από την πρώτη κιόλας μέρα της λειτουργίας του σημειώνεται κοσμοσυρροή.
Ως ιδιαίτερα ευχάριστη στην παρέα περιγράφεται η πρώην σύζυγος του Μάκη Γιαννουσάκη, Τίνα Σταματιάδη
Οι τρελές νύχτες
Οι μετοχές του «Κλικ» στο χρηματιστήριο της νυχτερινής διασκέδασης ανεβαίνουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Γνωστά μοντέλα της εποχής κάνουν το πέρασμά τους σχεδόν σε καθημερινή βάση και με διαφορετικό συνοδό, δίνοντας τροφή στα περιοδικά της καλόπιστης κοινωνικής κριτικής. Μεγαλοεπιχειρηματίες, πολιτικοί, ηθοποιοί και τραγουδιστές, μέχρι και αποστολές ελληνικών και ξένων ποδοσφαιρικών ομάδων συνωστίζονται στους αναπαυτικούς δερμάτινους καφέ καναπέδες του. Αναπόφευκτα κάποια στιγμή η φήμη του «Κλικ» ξεπερνά τα όρια των βορείων προαστίων και φτάνει στο σημείο να προσελκύει πελατεία από το Φάληρο και τη Γλυφάδα. Αν και η παρουσία του διανοούμενου εκδότη Αρη Τερζόπουλου στο «Κλικ» δεν είναι αρκετά συχνή, ο κόσμος που έρχεται εξαιτίας της προσωπικής και επαγγελματικής του διαδρομής προέρχεται -σύμφωνα με την ποδοσφαιρική γλώσσα κατά τη διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου- «από το πάνω ράφι». Η συνεργασία του Μάκη Γιαννουσάκη με τον Αρη Τερζόπουλο διαρκεί περίπου δύο χρόνια. Έμελλε, όμως, να τερματιστεί άδοξα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του τελευταίου. Ο Άρης Τερζόπουλος υποστηρίζει ότι ο συνεταίρος του είχε μπλέξει με τον τζόγο, ενώ άφηνε αιχμές και για παρατυπίες στο ταμείο της επιχείρησης.
«Με τον Μάκη γνωριστήκαμε τυχαία και κάπως έτσι ξεκίνησε και η συνεργασία μας. Μου είχε προτείνει να συνεργαστούμε ανοίγοντας το “Κλικ” και τότε ήταν μια εποχή που ήθελα να ασχοληθώ με τις δουλειές των εστιατορίων.
Πάντα μου άρεσε, και μου αρέσει ακόμα, αυτή η δουλειά. Το μαγαζί όντως είχε μεγάλη επιτυχία. Μετά από έναν χρόνο, όμως, μαθαίνω ότι ο συνεταίρος μου είχε μπλεξίματα με τον τζόγο. Είχα αρχίσει να παρατηρώ και κάποια ελλείμματα στο ταμείο. Έτσι, μετά από δυο χρόνια, αποφάσισα να χωρίσουν οι δρόμοι μας». Όσοι έζησαν από κοντά τον Μάκη Γιαννουσάκη εκείνη την εποχή αναφέρονται σε έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, ντόμπρο και μετρημένο στις κινήσεις του. Κάνουν λόγο για έναν κλειστό χαρακτήρα που ανοίγεται μόνο στους λίγους και καλούς του φίλους. Δείχνει γενναιοδωρία στο προσωπικό του στα μαγαζιά και είναι τυπικός στις υποχρεώσεις που έχει απέναντί τους. Για τον υπόλοιπο κόσμο θεωρείται απρόσιτος. Άλλοι πάλι τον χαρακτηρίζουν υπέρμετρα φιλόδοξο και άπληστο σε ό,τι έχει να κάνει με το χρήμα. Ακόμη πως διακατέχεται από άγνοια κινδύνου. Δεν είναι, όμως, λίγοι εκείνοι που σημειώνουν ότι δείχνει ιδιαίτερα ευέξαπτος, καλώντας μάλιστα σωματοφύλακες για ψύλλου πήδημα.
Η «έξωση» και ο υπόκοσμος
Η παντοκρατορία του «Κλικ» στα βόρεια προάστια αρχίζει να κλονίζεται από τα μέσα του 2003. Ο ιδιοκτήτης του «Theoxenia Palace» και η σύζυγός του -η οποία ποτέ της δεν είδε με καλό μάτι τη λειτουργία του «Κλικ»- επικαλούνται τα παράπονα των πελατών του ξενοδοχείου που διαμαρτύρονται για ηχορύπανση. Ένα ωραίο πρωινό ζητούν από τον Μάκη Γιαννουσάκη να εγκαταλείψει τον χώρο. Στον επόμενο χρόνο θα πραγματοποιηθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα και ο κ. Δανάλης σκοπεύει να προχωρήσει σε ανακαίνιση του ξενοδοχείου. Του εξηγεί ότι θέλει το «Theoxenia» να γίνει «ησυχαστήριο πολυτελείας» ώστε να φιλοξενήσει τους τουρίστες με τα ακριβοπληρωμένα ταξιδιωτικά πακέτα. Ωστόσο, ο κ. Δανάλης, εκτιμώντας την καλή συνεργασία που είχε όλα αυτά τα χρόνια με τον Μάκη Γιαννουσάκη, του προτείνει να μετακομίσει τη επιχείρηση λίγα μέτρα πιο πέρα, σε έναν πιο μικρό χώρο επί της οδού Κολοκοτρώνη. Σύσσωμο το προσωπικό του «Κλικ» μετακομίζει, μαζί με δύο στελέχη της πλήρους εμπιστοσύνης του επιχειρηματία, οι οποίοι φροντίζουν για την ομαλή μετάβαση της επιχείρησης στη νέα εποχή, η οποία ξεκινά όπως ακριβώς τελείωσε η προηγούμενη. Λες και δεν πέρασε μια μέρα. Το «Κλικ» λειτουργεί επτά ημέρες την εβδομάδα, μαζεύει πολύ καλό κόσμο, διοργανώνει λαμπερά events με γνωστούς τραγουδιστές, ενώ σιγά-σιγά μεταμορφώνεται από καφέ-μπαρ-εστιατόριο σε νυχτερινό κλαμπ. Στην απόφαση αυτή μετρά το γεγονός ότι το ποτό έχει μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους από το φαγητό και έτσι το χρήμα ρέει άφθονο. Σταδιακά, όμως, αλλάζει και η πελατεία. Ο μέσος όρος ηλικίας πέφτει, όμως ο τζίρος αυξάνεται καθώς οι θαμώνες είναι στην πλειονότητά τους γόνοι εύπορων οικογενειών.
Εκείνη την περίοδο το «Κλικ» μπαίνει στο στόχαστρο μιας συμμορίας μπράβων της νύχτας που καταφθάνει βάναυσα στο μαγαζί για να πουλήσει προστασία. Οι εκβιαστές, όμως, αγνοούν ότι την προστασία του μαγαζιού από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του έχει αναλάβει ένας άλλος σκληρός της νύχτας, πρώην πυγμάχος που έχει αφήσει εποχή τη δεκαετία του 1990. Οι σκηνές που ακολουθούν ταιριάζουν σε αστυνομικό θρίλερ. Όταν το πρωτοπαλίκαρο της συμμορίας επισκέπτεται το μαγαζί και ζητά να μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο με το αφεντικό, τότε ένας υπάλληλος τον συνοδεύει στο εσωτερικό ασανσέρ, το οποίο οδηγεί στα γραφεία. Εκεί τον περιμένει ο βετεράνος μποξέρ, ο οποίος φοράει στα δάχτυλά του μια σειρά από σιδερένια δαχτυλίδια. Λέγεται ότι από τις γροθιές που δέχτηκε ο αρχηγός της συμμορίας οι σάρκες του προσώπου του κόλλησαν πάνω στα δαχτυλίδια του μποξέρ, που πάσχιζε αργότερα στις τουαλέτες να τα καθαρίσει. Από εκείνη τη βραδιά και μετά κανείς δεν ενόχλησε ξανά τον ιδιοκτήτη του «Κλικ». Ωστόσο, βαθμιαία το αφεντικό του μαγαζιού δείχνει εξαρτημένο από το δίχτυ προστασίας που του προσφέρει μια μερίδα του υπόκοσμου, ενώ αποκτά σταδιακά μια σχετική νεύρωση απέναντι στις υποτιθέμενες απειλές μιας άλλης μερίδας κακοποιών.
Ο δεύτερος γάμος
Το 2006 το «Κλικ» ξεκινά την πτωτική του πορεία. Στη μέση της σεζόν το μαγαζί κάνει κοιλιά και αυτή αποδίδεται στην απουσία του Μάκη Γιαννουσάκη, ο οποίος έχει ήδη ξεκινήσει τα πρώτα του ταξίδια στο Ντουμπάι. Στο πίσω μέρος του μυαλού του επεξεργάζεται τη σταδιακή αποστασιοποίησή του από τα νυχτερινά δρώμενα και σχεδιάζει την εμπλοκή του σε σοβαρότερες και, πιθανόν, πιο κερδοφόρες μπίζνες. Κάπως έτσι αποφασίζει να κολυμπήσει σε πιο βαθιά νερά.
Αυτά του Περσικού κόλπου, και συγκεκριμένα στο Ντουμπάι. Εκεί θα βρει λίγο καιρό αργότερα και τους επενδυτές, που είναι διατεθειμένοι να τον εμπιστευτούν και να τον χρηματοδοτήσουν. Ξεκινάει τα πηγαινέλα στα Αραβικά Εμιράτα με φιλοδοξίες και μεγάλες προσδοκίες που θα του εξασφάλιζε η ανανέωση της καριέρας, αλλά και της ζωής του. Δύο χρόνια μετά την πρώτη απόπειρα προσέγγισης της ερήμου της Αραβικής χερσονήσου, χωρίζει με τη σύζυγό του Τίνα Σταματιάδη το 2008. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο χωρισμός οφείλεται στις εξωσυζυγικές σχέσεις που έχει συνάψει με την κουμπάρα τους, η οποία τυγχάνει να είναι κόρη μεγαλοεπιχειρηματία που ασχολείται με είδη υγιεινής. Μετά το διαζύγιό του την παντρεύεται επισημοποιώντας τη σχέση τους. Το καλοκαίρι του 2009 πραγματοποιείται ο δεύτερος γάμος του, με τη δεξίωση να γίνεται σε κτήμα του Νομού Κορινθίας. Οι σερβιτόροι που εργάστηκαν εκείνη τη βραδιά έχουν να λένε για την πολυτέλεια που συνάντησαν, αλλά και για τα παχυλά πουρμπουάρ που έλαβαν από τον γαλαντόμο γαμπρό. Είναι η αφετηρία μιας καινούριας οικογενειακής ζωής που ολοκληρώθηκε μόλις προ δύο εβδομάδων, όταν και ήρθε στον κόσμο ένα υγιέστατο αγοράκι, καρπός του έρωτά του με τη δεύτερη σύζυγό του.
Ο θανάσιμος ξυλοδαρμός του πατέρα του
Ήδη, όμως, στο μεσοδιάστημα ο Μάκης Γιαννουσάκης έχει αρχίσει να δέχεται τα σκληρά χτυπήματα της μοίρας. Το 2011, τρία χρόνια μετά τον χωρισμό του με την πρώην γυναίκα του, ο πατέρας του, Μιχάλης Γιαννουσάκης, σκοτώνεται από τις γροθιές ενός σκληρού μπράβου της νύχτας. Ο πατέρας του συλληφθέντα εφοπλιστή είχε φτιάξει στις αρχές της δεκαετίας του ’80, στην περιοχή της πλατείας Συντάγματος, το μαγαζί «Αleka’s», προς τιμήν της συντρόφου του, Αλέκας Κανελλίδου. Στη συνέχεια άνοιξε έναν νέο χώρο, στη Μητροπόλεως, το «Michel», όπου για την περίοδο από το 1991 έως το 1993 τραγουδούσε εκεί με επιτυχία η γνωστή ερμηνεύτρια μαζί με τον Γιώργο Γερολυμάτο. Στις αρχές του 2000 εγκαινίασε το νεανικό στέκι «Mike’s Irish Bar» στην περιοχή του Πύργου των Αθηνών.
Εκεί δολοφονήθηκε τον Μάρτιο του 2009 από άτομο γνωστό στον χώρο των νονών της νύχτας. Ο άτυχος άνδρας βρισκόταν στο ιδιόκτητο κλαμπ του όταν, λίγο πριν από τις 10 το βράδυ, μπαίνει και κάθεται μαζί του ένας 26χρονος σωματώδης άνδρας, ονόματι Σόλων. Σκοπός της επίσκεψης του Σόλωνος ήταν να απαιτήσει τα νυχτοκάματα της συντρόφου του. Ο 63χρονος επιχειρηματίας αρνείται να τον εξυπηρετήσει και απέναντι στις απειλές του ρισκάρει βγάζοντας ένα πιστόλι που το αφήνει πάνω στο τραπέζι για εκφοβισμό. Ο μπράβος όμως, ασυγκράτητος, του επιτίθεται με βίαιες γροθιές στο κεφάλι και τον σωριάζει στο έδαφος. Ο Μιχάλης Γιαννουσάκης μεταφέρεται εσπευσμένα στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου λίγη ώρα αργότερα θα εκπνεύσει καθώς τον προδίδει η καρδιά του. Οι γιατροί διέγνωσαν ως αίτιο θανάτου την ανακοπή που σχετίζεται με τον ξυλοδαρμό. Η απώλεια του πατέρα του στοιχίζει πολύ στον Μάκη Γιαννουσάκη. Για ένα χρονικό διάστημα νιώθει την ανάγκη να αποστασιοποιηθεί απ’ όλους. Γίνεται πιο σκληρός, αλλά και πιο απόμακρος. Στην κηδεία εμφανίζεται, με τη συνοδεία σωματοφυλάκων, ράκος, σκυφτός και συντετριμμένος σαν να ισορροπεί στις παρυφές μιας επίγειας κόλασης.
Στο μεταξύ όλο το ενδιαφέρον του Μάκη Γιαννουσάκη επικεντρώνεται πλέον στα ναυτιλιακά, καθώς εγκαθίσταται μόνιμα στο Ντουμπάι. Αγοράζει ένα πολυτελέστατο διαμέρισμα αξίας 1,5 εκατ. ευρώ σε ουρανοξύστη που βρίσκεται σε ειδυλλιακό σημείο, στη μαρίνα του Ντουμπάι, και κυκλοφορεί στους δρόμους του Αραβικού Εμιράτου με μια Porsche Panamera. Ενα ξένο επενδυτικό fund έχει συμφωνήσει να συνεργαστεί με τον επιχειρηματία και έτσι το 2011 συστήνεται η εταιρεία με την επωνυμία G-Tankers Ship Management COLLC με έδρα όχι το Ντουμπάι, αλλά ένα άλλο αραβικό εμιράτο, το Ουμ Αλ Κουβάιν.
Τα γραφεία της εταιρείας βρίσκονται επί της οδού Ittihad στο Markham Business Centre, στον 10ο όροφο ενός ουρανοξύστη, όπου δίπλα ακριβώς στεγάζεται το υπουργείο Οικονομικών του εν λόγω εμιράτου. Θεωρείται ότι η ναυτιλιακή εταιρεία του έχει στην κατοχή της τέσσερα καράβια. Με την αναχώρησή του ορίζει στο «Κλικ» υπεύθυνους διαχείρισης τα αδέρφια του Στέλιο και Γιάννη (είναι ο ετεροθαλής αδερφός από τον γάμο του πατέρα του με την Αλέκα Κανελλίδου), ενώ εκείνος συνεχίζει να πηγαινοέρχεται στα Αραβικά Εμιράτα. Το κλαμπ αρχίζει να αποκτά και πάλι τη χαμένη του αίγλη και σε αυτό παίζει ρόλο η συμβολή μιας παρέας νεαρών, του Ανδρέα, της Αντωνίας και του Μάκη, με ισχυρές δημόσιες σχέσεις, που φροντίζουν ώστε το μαγαζί να είναι και πάλι ασφυκτικά γεμάτο. Είναι η ίδια παρέα που σύνδεσε το όνομά της με την εισπρακτική επιτυχία γνωστού μπαρ στο Κολωνάκι, όπου εμφανιζόταν πέρυσι τον χειμώνα ο τραγουδιστής Διονύσης Σχοινάς, και το οποίο απασχόλησε την επικαιρότητα όταν ύστερα από έφοδο ανδρών του ΣΔΟΕ εντοπίστηκε σωρός από παρατυπίες. Το «Κλικ», ωστόσο, θα αντέξει μέχρι το 2011.
Στη συνέχεια και για ένα χρονικό διάστημα θα επινοικιαστεί σε άλλους επιχειρηματίες, ενώ κάποια στιγμή θα μετατραπεί και σε παράνομο μίνι καζίνο που διέθετε από κουλοχέρηδες μέχρι τραπέζια με ρουλέτες. Επειτα όμως από έφοδο της Αστυνομίας θα σφραγιστεί. Το λουκέτο στο «Κλικ» θα σημάνει το τέλος μιας εποχής για το κτίριο της οδού Κολοκοτρώνη με τον αριθμό 34.
Ο θάνατος του γιου του
Τον Σεπτέμβριο του 2012 ο Μάκης Γιαννουσάκης δέχεται το δεύτερο, πολύ πιο σκληρό, χτύπημα της μοίρας. Ο πρωτότοκος γιος του, Νίκος, σκοτώνεται σε ατύχημα με μηχανάκι που οδηγούσε ο ίδιος. Αν και 14 χρόνων, ο πατέρας του, που του είχε μεγάλη αδυναμία και δεν του χαλούσε ποτέ χατίρι, του είχε παραχωρήσει ένα σκούτερ. Φίλοι και συγγενείς τον κατέκριναν για το συγκεκριμένο δώρο. Ενα μεσημέρι ο άτυχος νεαρός, ενώ οδηγούσε το σκούτερ υπό την επίβλεψη του πατέρα του, που τον ακολουθούσε με το αυτοκίνητό του από κοντινή απόσταση, χάνει τον έλεγχο και σωριάζεται στην άσφαλτο. Το ολέθρια μοιραίο δυστύχημα συμβαίνει σε σημείο της λεωφόρου Βάρης - Κορωπίου. Ο τραυματισμός του παιδιού αποδεικνύεται θανάσιμος.
Ο χαμός του 14χρονου βυθίζει σε πένθος όλη την οικογένεια. Η μητέρα του, Τίνα Σταματιάδη, σε εξαιρετικά άσχημη ψυχολογική κατάσταση, δέχεται ισχυρή φαρμακευτική αγωγή για να αντέξει. Στην κηδεία του άτυχου νεαρού το νεκροταφείο της Κηφισιάς πλημμυρίζει από τους μικρούς φίλους του Νίκου που καταθέτουν λουλούδια στον τάφο του. Η αξιοθρήνητη φιγούρα του Μάκη Γιαννουσάκη εμφανίζεται στο νεκροταφείο συνοδευμένη από έναν σωματοφύλακα. Πολλοί απορούν. «Φαίνεται πως οι δουλειές στο Ντουμπάι έχουν φουντώσει», σχολιάζει πρόσωπο από το φιλικό του περιβάλλον, που δεν βρίσκει άλλο πειστικό λόγο για να αιτιολογήσει αυτή τη φορά την παρουσία του bodyguard.
Από εκείνη τη μέρα τα ίχνη του Μάκη Γιαννουσάκη χάνονται, λες κι ο ζεστός αέρας της αραβικής ερήμου σάρωσε κάθε αποτύπωμά τους. Ακόμα και οι φίλοι του δυσκολεύονται να τον εντοπίσουν. Άλλοι λένε ότι οι ενοχές τον οδηγούν να διαγράψει με μια αυτοθεραπευτική μονοκοντυλιά όσους του θυμίζουν το πρόσφατο παρελθόν. Άλλοι υποθέτουν ότι στην προσπάθειά του να ξεπεράσει τις τύψεις του από την απώλεια πατέρα και γιου μέσα σε έναν χρόνο αποκτά τάσεις αυτοκαταστροφής και εκδικητικότητας απέναντι στην κοινωνία. Οι περισσότεροι, πάντως, δεν ξέρουν τι κάνει. Όλοι, όμως, κρίνουν ότι η εξαφάνισή του δεν συνάδει με έναν άνθρωπο του οποίου ανέκαθεν ο οδηγός συμπεριφοράς συμβάδιζε με το κίνητρο επιδίωξης του κέρδους. Η αλήθεια είναι ότι αραιά και πού πραγματοποιεί ταξίδια στην Αθήνα και σε κάποια απ’ αυτά επισκέπτεται τη βίλα της Φιλοθέης.
Η 75χρονη πρώην πεθερά του Γιαννουσάκη, που μένει με την οικιακή βοηθό της στον τρίτο όροφο, καθώς και η 40χρονη πρώην σύζυγός του που κατοικεί στους δύο από κάτω ορόφους διατηρούν καλές σχέσεις με τον Γιαννουσάκη. Η Τίνα φαίνεται να τον εκτιμά και να τον εμπιστεύεται. Αλλωστε, παρά το γεγονός ότι και οι δύο έχουν ξαναφτιάξει τη ζωή τους, οι συναντήσεις τους είναι πυκνές. Ο νέος σύντροφος της Τίνας Σταματιάδη, Στάθης Μιχάλαινας, βρίσκεται και ο ίδιος ανάμεσα στους συλληφθέντες για την υπόθεση του φορτίου της ηρωίνης. Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, ο συγκεκριμένος άνδρας φέρεται να μη γνώριζε το παραμικρό για τα ναρκωτικά που βρέθηκαν στη βίλα της Φιλοθέης. Λέγεται ακόμη ότι ο Μάκης Γιαννουσάκης ασκούσε μεγάλη επιρροή στην Τίνα Γιαννουσάκη ακόμα και μετά τον χωρισμό τους. Σε σημείο μάλιστα, όπως λένε πρόσωπα του περιβάλλοντός της, οι παράλογες απαιτήσεις του να ηχούν λογικές στα αυτιά της. Δεν ήταν, όμως, η μόνη εύπιστη στις προσχηματικές εξηγήσεις που της έδινε ο Μάκης Γιαννουσάκης. Στο διάστημα που ο ίδιος επισκεπτόταν την Αθήνα, αν και διέμενε με τη δεύτερη σύζυγό του στη Βούλα, κάθε λίγο και λιγάκι επισκεπτόταν τη βίλα της Φιλοθέης.
Κυκλοφορούσε με ένα πολυτελές τζιπ το οποίο διαθέτει οθόνες που είναι συνδεμένες με το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης του πολυτελούς οικήματος. Σε όποιον τύχαινε να τον ρωτήσει πού χρησιμεύουν αυτές οι οθόνες, εκείνος χαλαρά απαντούσε ότι τις θέλει για να ελέγχει τι γίνεται μέσα και έξω από το σπίτι «για τους κλέφτες». Και δεν τους φαινόταν καθόλου παράλογο το ότι η ενδεχόμενη απειλή από τους δήθεν κλέφτες αφορούσε μια από τις καλύτερα φυλασσόμενες και προστατευμένες γειτονιές της Αθήνας.
Να σημειωθεί ότι ο Μάκης Γιαννουσάκης υποστηρίζει ακόμη και τώρα μέσω του συνηγόρου του Σάκη Κεχαγιόγλου ότι τα ναρκωτικά που του χρεώνουν δεν είναι δικά του. Ισχυρίζεται ότι τον έμπλεξαν, και μέσα από τις Φυλακές Κορυδαλλού δηλώνει ότι «η αλήθεια θα λάμψει σύντομα».
Ο Αλβανός και το κύκλωμα των Τούρκων
Η δικογραφία αποκαλύπτει τη δράση της ελληνοτουρκικής συμμορίας «μεροκαματιάρηδων» που, παρότι αρνούνται κάθε ανάμειξη με τα 1.133 κιλά ηρωίνης, αγόραζαν μέχρι και πολυτελή ξενοδοχεία στην Παραλιακή
Δήλωναν άνεργοι, οικοδόμοι, νταλικέρηδες και πτωχευμένοι επιχειρηματίες με αδιευκρίνιστο κύκλο εργασιών, ζούσαν όμως σαν κροίσοι σε σουίτες του «Αστέρα» Βουλιαγμένης και του «Plaza Resort», κυκλοφορούσαν με πανάκριβα αυτοκίνητα και ξόδευαν χιλιάδες ευρώ σε ταξίδια και διακοπές. Ο εγκέφαλος του ελληνοτουρκικού καρτέλ ηρωίνης Σερχάν Μπασκάλ έλεγε ότι του απομένουν δύο χρόνια ζωής, ενώ παζάρευε και τελικά κατάφερε να πείσει τον ιδιοκτήτη του «Plaza» να του το πουλήσει αντί 20 εκατ. ευρώ και μάλιστα σε μετρητά.
Μέσα από τη δικογραφία που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ» αποκαλύπτονται ντοκουμέντα από τη χλιδάτη ζωή της συμμορίας, όμως το απίστευτο είναι ότι όλοι δηλώνουν άγνοια για τα 1.133 κιλά ηρωίνης που βρέθηκαν στη βίλα της Φιλοθέης, στο θηριώδες τζιπ Mercedes και στην «καβάτζα» στο Κορωπί, παρόλο που συνελήφθησαν σχεδόν αγκαλιά με το φορτίο.
Μάλιστα, όλοι τους στις απολογίες τους παρουσίασαν μια μίζερη και θλιμμένη ζωή με πολλές ατυχίες, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την καθημερινότητα του πλούτου και της χλιδής, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις παρακολουθήσεις των λιμενικών τις τελευταίες εβδομάδες. Η έρευνα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ίσως αποκαλύψει νέα δεδομένα στη δράση του κυκλώματος και την κρυφή ζωή των μελών της τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μεγάλο ερώτημα παραμένει αν και πώς ξέπλεναν τα εκατομμύρια ναρκωδόλαρα από τις μπίζνες της ηρωίνης.
Σουίτες και βίλες
Όταν στα γραφεία της Δίωξης Ναρκωτικών του Λιμενικού έφτασε από την DEA πληροφορία για το ελληνοτουρκικό καρτέλ που μεταφέρει ηρωίνη με κοντέινερ από το Αφγανιστάν και το Ιράν στον Πειραιά και στη συνέχεια με ιδιόκτητα φορτηγά στο Βέλγιο, οι αξιωματικοί του Σώματος ξεκίνησαν την παρακολούθηση. Έβαλαν έναν-έναν τους υπόπτους στο μικροσκόπιο και ύστερα από λίγο δεν πίστευαν στα μάτια τους.
Οι Τούρκοι, πολλοί από τους οποίους έχουν και βελγικά διαβατήρια, έμεναν συνήθως στον «Αστέρα» Βουλιαγμένης. Όπως φαίνεται από τις αποδείξεις που περιέχονται στη δικογραφία, πλήρωναν 425 ευρώ την ημέρα για ένα δωμάτιο στο «Westin», κυκλοφορούσαν με Mercedes και BMW και συνήθιζαν να γευματίζουν στα πανάκριβα εστιατόρια του «Αστέρα» και της Παραλιακής, σκορπώντας αφειδώς τα λεφτά που είχαν βγάλει από τις βρόμικες δουλειές τους. Και όμως, ο 47χρονος Σερχάν Μπασκάλ στην απολογία του αρνείται όλες τις κατηγορίες. Φτάνει δε στο σημείο να πει ότι επέλεξε να μείνει στην Ελλάδα και όχι στην Τουρκία, καθώς λόγω κρίσης τα δωμάτια στα ξενοδοχεία των νοτίων προαστίων είναι φθηνότερα απ’ αυτά της πατρίδας του.
Μάλιστα, εκτός από τα δωμάτια των 400 και πλέον ευρώ στον «Αστέρα», είχε νοικιάσει και μια βίλα στη Σαρωνίδα, εξηγώντας στην κατάθεσή του ότι «είναι αδύνατον να νοικιάσω αυτό το σπίτι στην Αλικαρνασσό. Υπολόγισα ότι μου μένουν δύο χρόνια ζωής -πάσχω από μια ασθένεια νευρολογικής μορφής (ALS) που εξελίσσεται πολύ γρήγορα και δεν μου επιτρέπει να αυτοεξυπηρετηθώ- και είπα τουλάχιστον να πάω στην Ελλάδα γιατί στο Βέλγιο λόγω κλιματολογικών συνθηκών δεν μπορούσα να ζήσω».
Αλλά και οι υπόλοιποι Τούρκοι αρνούνται τα πάντα στις απολογίες τους, δηλώνοντας ως επαγγέλματα αυτά του νταλικέρη, του οικοδόμου, του ιδιοκτήτη πλυντηρίου και του κλητήρα-μεταφραστή στο λιμάνι, που όμως όλοι τους είχαν τη δυνατότητα να ταξιδεύουν, να μένουν σε σουίτες, να κυκλοφορούν με BMW και Mercedes. Χαρακτηριστικό δε της σπατάλης είναι ότι οι Τούρκοι του «Αστέρα» έδιναν καθημερινά 45 ευρώ για κάθε δωμάτιο προκειμένου να έχουν γρήγορο Ιντερνετ...
Αλλά και οι Έλληνες προφυλακισμένοι ζούσαν μέσα στα πλούτη και τη χλιδή χωρίς να είναι γνωστό εάν η ζωή αυτή δικαιολογείται από επαγγελματική δραστηριότητα ή νόμιμα εισοδήματα από άλλες πηγές.
Η 40χρονη Τίνα Σταματιάδου, κόρη του μακαρίτη εμπόρου διαμαντιών από τη Νότιο Αφρική, ζούσε σε μια τετραώροφη βίλα στη Φιλοθέη και, όπως είπε στην απολογία της, «το καθημερινό μου πρόγραμμα είναι να πηγαίνω στο κοιμητήριο της Κηφισιάς όπου επισκέπτομαι τον τάφο του γιου μου και όπου κάθομαι από ένα τέταρτο έως μία ώρα ενώ επισκέπτομαι και διάφορα μοναστήρια προς τιμήν της μνήμης του...». Μαζί της μένει τα τελευταία δύο χρόνια και ο 45χρονος φίλος της Ευστάθιος Μιχάλαινας, ο οποίος δηλώνει πωλητής πετρελαίου θέρμανσης, ενώ ο πρώην σύζυγός της Ευθύμιος Γιαννουσάκης, δηλώνει μόνιμη κατοικία στη Βούλα, φέρεται να έχει τέσσερα καράβια που δραστηριοποιούνται στη Μέση Ανατολή και εμφανίζει εξαιρετικά θολή επαγγελματική ιδιότητα... Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο 40χρονος ήταν πρώην ιδιοκτήτης του μπαρ «Κλικ» στην Κηφισιά, όπου εργαζόταν και ο Αλβανός Σταύρος Λάγιο, τον οποίο τα μέλη της οικογένειας «καρφώνουν» ως τον άνθρωπο που έκρυψε τα 500 κιλά καθαρής ηρωίνης στο ισόγειο γκαράζ της βίλας.
Στη συμπληρωματική κατάθεση που έδωσε στο Πρωτοδικείο Πειραιά ο διοικητής Ασφάλειας του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, πλωτάρχης Γιώργος Κατσούλης έκανε μια αποκάλυψη που δείχνει το μέγεθος των χρηματικών ποσών με τα οποία «έπαιζαν» τα μέλη του καρτέλ, την αλαζονεία που τους διέκρινε και τις «επενδύσεις» που ήθελαν να κάνουν στην Ελλάδα για να ξεπλύνουν τα χρήματα που θα έβαζαν στην τσέπη από την πώληση της συγκεκριμένης παρτίδας, τα οποία ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ. «Σε ανεπίσημη συζήτηση που είχα με τον υπεύθυνο του ξενοδοχείου Plaza Resort, το όνομα του οποίου δεν θυμάμαι, πληροφορήθηκα ότι ο Σερχάν Μπασκάλ, ο εγκέφαλος της σπείρας, είχε ζητήσει να αγοράσει το ξενοδοχείο έναντι του ποσού των 20.000.000 ευρώ σε μετρητά και μάλιστα με θετική ανταπόκριση εκ μέρους του ιδιοκτήτη. Όμως δεν πρόλαβε να προχωρήσει η αγοραπωλησία».
Οι έρευνες σχετικά με τα σχέδια του καρτέλ συνεχίζονται, ενώ τις επόμενες ημέρες αναμένονται εξελίξεις στο θέμα των επενδύσεων που θα έκαναν οι βαρόνοι στον χώρο του τουρισμού από το ξεσκόνισμα που γίνεται για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στον καυτό φάκελο της «Φιλοθέης».