Γενικά
Κόλλιας: Tο κράτος πρέπει να μεταλλαχθεί
«Από παραγωγό σε ρυθμιστή και από απλό ιδιοκτήτη σε επενδυτή», όπως τόνισε ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Κωνσταντίνος Κόλλιας.
Το νέο μοντέλο ανάπτυξης, που πρέπει να ακολουθήσει η ελληνική οικονομία, ειδικά στην περίοδο μετά τη συμφωνία, βρέθηκε στο επίκεντρο των τοποθετήσεων ξένων και Ελλήνων ομιλητών, κατά τη διάρκεια του διεθνούς συνεδρίου, που συνδιοργάνωσαν το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, και τρία τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, το Καποδιστριακό, το Δημοκρίτειο και το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
Ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Κωνσταντίνος Κόλλιας, αναφέρθηκε στην «πρώτη οργανωμένη προσπάθεια που γίνεται την τελευταία πενταετία, με το σημερινό συνέδριο, καταγραφής και αναζήτησης των αναπτυξιακών προοπτικών για τη χώρα», κάνοντας λόγο για την ανάγκη εκπόνησης εθνικού σχεδίου, «που θα οδηγήσει σε δημοσιονομική εξισορρόπηση και σε ανάπτυξη τη χώρα».
Πρόσθεσε ακόμα ότι πρέπει να υπάρξουν αλλαγές και παρεμβάσεις σε ό,τι αφορά την υποστήριξη των εξαγωγών, ενώ τόνισε πως «το κράτος πρέπει να μεταλλαχθεί. Πρώτον, από παραγωγό σε ρυθμιστή και, δεύτερον, από απλό ιδιοκτήτη σε επενδυτή».
Μόνο αν η συμφωνία είναι αξιόπιστη και πλήρης, θα μπορέσει η οικονομία της χώρας να επιστρέψει στην ανάπτυξη. Αλλιώς, θα συνεχιστεί η αβεβαιότητα, δήλωσε ο καθηγητής και κορυφαίο στέλεχος του ινστιτούτου Brugel, Zsolt Darvas.
Ο κ. Darvas σημείωσε ακόμα ότι αν η Ελλάδα καλύψει το ένα τρίτο της απόστασης, που τη χωρίζει από τις τρεις χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις στους δείκτες μεταρρυθμίσεων, τότε το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες την ερχόμενη πενταετία και κατά 18 μέσα σε 20 χρόνια.
«Με την επίτευξη συμφωνίας», εκτίμησε ο κ. Darvas, «η οικονομία θα πάψει να σέρνεται και θα μπορέσουμε να είμαστε αισιόδοξοι για την επόμενη τριετία». Υποστήριξε, επίσης, ότι αν δεν υπάρξει συμφωνία, θα είναι πολύ αυξημένες οι πιθανότητες η Ελλάδα να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση του ΑΕΠ κατά 10%, την αύξηση της ανεργίας και τη λήψη μέτρων για δημοσιονομική προσαρμογή.
Από την πλευρά του ο καθηγητής Hasa Iftekhar, από το Finance Fordham University's Schools of Business, τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να πρωταγωνιστήσει, μόνο αν αναλάβει ουσιαστική δράση, με συνεπακόλουθα θετικά αποτελέσματα σε μακροοικονομικό επίπεδο. Για να γίνει αυτό, υποστήριξε ότι πρέπει να στηριχθεί η επιχειρηματικότητα και οι επενδύσεις, με μέτρα όπως φορολογικά κίνητρα και εγγυήσεις δανείων.
Τρεις είναι οι βασικές κατευθύνσεις, στις οποίες πρέπει να κινηθεί η ελληνική οικονομία, ώστε να βγει τάχιστα και αποτελεσματικά από την κρίση, σύμφωνα με τον καθηγητή, Paolo Manasse, από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια :
- Να απελευθερωθούν άμεσα οι αγορές προϊόντων. Όπως είπε η μεγάλη πτώση στους μισθούς δεν συνοδεύτηκε από μείωση των τιμών των προϊόντων.
- Να αρθούν οι πιστωτικοί περιορισμοί στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
- Να μη γίνουν τώρα μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις καθώς υπήρξε μεγάλη μείωση των συντάξεων και των μισθών τα προηγούμενα χρόνια.
Η συμφωνία με τους δανειστές είναι η μοναδική επιλογή για τη χώρα, υποστήριξε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, κάνοντας λόγο για σταυροδρόμι: «Ρήξη ή συμφωνία με τους εταίρους; Μόνο μία επιλογή υπάρχει. Αυτή της συμφωνίας, που θα παρέχει ταυτόχρονα προοπτικές για μία μελλοντική ανάπτυξη και έξοδο στις αγορές».
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, καθηγητής Νίκος Χριστοδουλάκης, υποστήριξε ότι απαιτούνται επενδύσεις ύψους 107 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2012, ώστε να καλυφθεί το χαμένο έδαφος των τελευταίων ετών («κάθε χρόνο καταστρέφεται 5-10% του ΑΕΠ, μέσω της μαζικής αποψίλωσης του παραγωγικού κεφαλαίου της χώρας»), αλλά και να δημιουργηθεί μια υγιής παραγωγική βάση. «Επειδή έχουν καταρρεύσει αρκετοί κλάδοι είναι ευκαιρία οι νέες επενδύσεις να μην είναι συμπληρώματα των παλαιών κλάδων αλλά να στραφούν στη δημιουργία νέων κλάδων προστιθέμενης αξίας».
Ο πρώην εκπρόσωπος της χώρας στο ΔΝΤ, καθηγητής Παναγιώτης Ρουμελιώτης, είπε ότι το 2010, «αντί να ξεκινήσει η συζήτηση για το εάν είναι βιώσιμο το χρέος, ξεκινήσαμε από τι δημοσιονομική προσπάθεια πρέπει να καταβάλλει η Ελλάδα. Οι Ευρωπαίοι προσπάθησαν και πέτυχαν να αναβληθεί η συζήτηση για να διασωθούν οι τράπεζες τους. Εάν είχε αντιμετωπιστεί τότε η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, δεν θα φτάναμε σε δημοσιονομική προσαρμογή 6%.Αυτή ήταν η απαρχή της συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας. Μιας ύφεσης άνευ προηγούμενου, μεγαλύτερης και από αυτής του 1929». Τόνισε, μάλιστα, ότι θα οδηγηθούμε στα ίδια λάθη, αν επιχειρηθεί και τώρα να λυθούν τα ταμειακά προβλήματα, χωρίς να έχει υπάρξει συζήτηση για ελάφρυνση του χρέους.
«Για να έχουμε ένα σαφέστατο αναπτυξιακό πρόσημο, απαιτούνται αντιμετώπιση του χρέους, διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό», υποστήριξε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, χαρακτηρίζοντας την απομείωση του χρέους κλειδί για τις προοπτικές της χώρας.
«Επιδιώκουμε έναν οδικό χάρτη που στο τέλος του δεν θα έχει ένα νέο μνημόνιο, αλλά την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας στη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποκατάσταση του κοινωνικού ιστού», τόνισε ο Αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Μητρόπουλος. Και πρόσθεσε : «Με τη νέα συμφωνία, δίνονται στην Κυβέρνηση περισσότεροι βαθμοί ελευθερίας να αντιμετωπίσει την κρίση, εφόσον οι απαιτήσεις για δημοσιονομικά πλεονάσματα είναι μικρότερες. Θα υπάρχουν δημοσιονομικά μέτρα, που θα προστατέψουν τη δημοσιονομική ισορροπία, ο στόχος όμως είναι το συνολικό αναπτυξιακό αποτύπωμα της νέας συμφωνίας να είναι θετικό στην οικονομία. Με τη νέα συμφωνία, αναζητούμε εκείνους τους βαθμούς ελευθερίας, που θα μας επιτρέψουν να διαμορφώσουμε μια αναπτυξιακή πολιτική, η οποία και θα αποτελεί το βασικό πυλώνα του νέου οδικού χάρτη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε ένα σύνολο πολιτικών, που η λιτότητα παίζει τον πρωταρχικό ρόλο».
Τις μεταρρυθμίσεις, που προώθησε η προηγούμενη κυβέρνηση, υπερασπίστηκε ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υπουργός, Κωστής Χατζηδάκης, τονίζοντας : «Επιλέξαμε να συγκρουστούμε με ομάδες συμφερόντων των τριών ή δώδεκα χιλιάδων ατόμων, για να βρουν δουλειά 1,5 εκατομμύριο άνεργοι».
Αναφέρθηκε ακόμα στο φορολογικό πλαίσιο, τονίζοντας ότι δεν έχει κανένα νόημα να γίνονται αλλαγές στο φορολογικό και, με το που αλλάζει μια κυβέρνηση, να το ξηλώνει και να νομοθετεί από την αρχή. «Η χώρα έχει ανάγκη από ένα σταθερό φορολογικό σύστημα για να προσελκύσει επενδύσεις».
Ακολουθήστε το antenna.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις!